- προτήνιον
- προτή̱νιον , πρόσ-ἀνέωimperf ind act 3rd pl (attic epic doric ionic)προτή̱νιον , πρόσ-ἀνέωimperf ind act 1st sg (attic epic doric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
προτήνιον — Α (κατά τον Φώτ.) «ἡλικία τις αἰγός ἐν Καμειρέων ἱεροποιΐᾳ τράγον προτήνιον θύειν νόμος». [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. πρατήνιον] … Dictionary of Greek
πρατάνιον — Α (κατά τον Ησύχ.) «μαλλόν». [ΕΤΥΜΟΛ. η λ. συνδέεται πιθ. με τους τ. πρατήνιον*, προτήνιον*, πρητήν*] … Dictionary of Greek
πρατήνιον — τὸ, Α 1. (αττ. τ.) το ὕπερον* 2. χρονιάρικο αρνί, πρητήν*. [ΕΤΥΜΟΛ. Αγνωστης ετυμολ. Πιθ. δάνειο από τη Μικρά Ασία. Ο τ. συνδέεται με τον τ. που παραδίδει ο Φώτιος «προτήνιον ἡλικία τις αἰγός» και τού τ. που παραδίδει ο Ησύχιος «πρητήν ὁ… … Dictionary of Greek